Μοναξιά
Πίσω σου η σκόνη άχνισε, αναπαύτηκε απάνω στον πηχτό αέρα. Η γριά με τη μαντήλα ξεδοντιασμένη τρέχει σε πήρε στο κατόπι κι ο καρπός σου στο χέρι της δεμένος, νύχια γαμψά έτοιμα να γραπώσουν Εσένα-ναι. Μαγικό το σκοινί της Κλωθούς δέσιμο ανυπέρβλητο και τιμωρία. Η γριά με τα δυσκίνητά της πόδια τη σκιά σου πάτησε. Και σε νικάει. Μπρος στον Τοξότη τον υπέρλαμπρο η όψη της αλλάζει, αραχνοΰφαντη θαρρείς, ρουφώντας την έκλειψη που η ύπαρξή σου βγάζει ψηλώνει γίνεται Όλυμπος, θεριό γιγάντιο, Τιτάνες θα νικήσει. Νύφη του Χρόνου κάποτε, τώρα καταραμένη. Η Άτροπος με την ψαλίδα της έτοιμη να χτυπήσει, το νήμα όμως δεν κόβεται. Λύτρωση δεν υπάρχει. Μόν' θα την μπίξει στην καρδιά, με το σεντόνι το λευκό σκισμένο. Με το σκοινί δεμένο. Με μάγια που δεν λύνονται από φιλιά. Πρίγκηπες δεν υπάρχουν. Τη γριά να σέρνεις. Χαλκομανία τώρα, μοριακή αντικατάσταση επάνω στη σκιά σου. Μια συνουσία αναπότρεπτη, Σε ...