Αναρτήσεις

Αντίφαση

Εικόνα
Δεν έχεις ιδέα πόσο περίεργο ον είναι ο άνθρωπος. Όταν είναι "μαζί", γεμίζει με εγωισμό κι εντολές : Κάνε αυτό Μην κάνεις εκείνο Γιατί δεν κάνεις το άλλο; Κι αν μόνος είναι, αποζητά τη συντροφιά σαν την ψυχή του, που μισή του έμεινε και φυλλορροεί, μήπως και πιεί λίγη από την πρωινή δροσιά στα φύλλα της.

Αντίβαρο - Τα πρέπει

Αφόρητη η ζυγαριά που ζύγισε, τα πρέπει. Και σκουριασμένη, κι ανακριβής και κρύα. Και βράδια θα αφουγκράζεσαι τριγμούς της. Στο ζύγι να μην κλέβεις, πρέπει. Κι όσα φτερά κι αν έβγαλες το ένα δώρο ήταν. Ετούτο αντίβαρο να βάζεις. Πρέπει. Ασήκωτη η Σισύφεια πέτρα είναι. Κι όλο πέφτει. Και δίχως κορυφή φαντάζει το ανηφόρι. Πρέπει. Το σπιτικό σου η αγάπη είναι κι αυτό πρέπει. Παράδειγμα ζωής να ακολουθείς, θα πρέπει. Κι ως τη γραμμή του ορίζοντα, όπως πρέπει.     Στα θέλω, στα πρέπει, η πλάστιγγα που γέρνει; Κι αν πρέπει; Στον κυκεώνα των ονείρων σου, στα πρέπει χρυσό το δόντι χρόνου ασυμβίβαστου, γέρου με μπαστούνι που όλο τρέχει, να μην το μετανιώσεις, για τα πρέπει.

Διάττων

Εικόνα
 Έλαμπες σαν τις Περσείδες. Διάπυρα τα μάτια σου, περιβαλλόμενα από κόμη διαμήκη διατρέχουν έτη φωτός, ουρανούς και μνήμες. Πρόσκαιρη εμφάνιση,  ξέχειλο, υπόκωφο το πέρας. Θύμισε τοπίο με ομίχλη που, πηχτή, κατάπιε το λιμάνι, Το φως απέναντι θόλωσε τα μάτια μου,  ξεπλένοντάς τα με υπέρκορη πλημμύρα.

Λίθοι

Εικόνα
Πότε έγιναν τα "πρέπει" βράχοι; Εκεί να σκάει κάθε δάκρυ, για να τα ροκανίζει κάθε στεναγμός; Λιθοξόοι επιμελείς σμιλέυουν και από λίθοι, θρύμματα λήθης σωριάζουν τακτικά. Η θάλασσα δεν τόλμησε να μπάσει μέσα της καμιά επιβολή. Νεκροταφείο οφειλής τα ακρογιάλια.  

Απορία

Εικόνα
Πώς αλλάζουν τις λάμπες εκεί ψηλά; Και το θέατρο χάθηκε. Και τη θέση του πήρε ένας τεράστιος κήπος από λουλούδια,  κάτω απ'τον ουρανό,  με τ' αστέρια να τρεμοπαίζουν,  ροδαλά, θαμπά,  έξυπνα...

Πτώσεις

Εικόνα
Απόβραδο. Και πέφτουν φως, σκιές, μάσκες. Πέφτουν ψυχές από ουρανούς. Πέφτει κάθε αστέρι. Πτώσεις, γενικές, αιτιατικές, λάθος ορθογραφίας. Σύνταξης. Αιτιατικής κυρίως. Χωρίς αιτία.

Εκκρεμές

Εικόνα
Το ρολόι του τοίχου αμείλικτα δείχνει 05.46. Δυο δείκτες που τεντώνονται  να ξεπιαστούν και σ' αυτό το ξημέρωμα. Κάθε χτύπος του εκκρεμεί. Θα, θα, θα... Τα ρολόγια γελάνε με περίεργες συλλαβές. Ασύλληπτες καγχάζουν. γιατί ξέρουν πως οι δείκτες ακίνητοι μένουν. Τεντωμένοι σ' αυτό το ξημέρωμα. 05.46 Θα, θα, θα... Και μπλέκονται τα Θα με αστέρες διάττοντες. Περσείδες μεταμορφωμένες σε ευχές μόλις αγγίξουν θάλασσα. Κι εγώ εκεί Να ακούω πεισματικά τον κάθε χτύπο. Μήπως και στον επόμενο τόνο η ώρα αλλάξει. Καγχάζει το ρολόι αγέλαστο. Θα, θα, θα... Θαύματα δεν γίνονται.